Έχουμε την λαϊκή λέξη : Μπουχέσας που έχει το νόημα κατά την wiktionary.org

μπουχέσας αρσενικό
1. (μειωτικά) (λαϊκότροπο) άνθρωπος με πολλά παραπανίσια κιλά και κατά συνέπεια δυσκίνητος
2. (μειωτικά) (λαϊκότροπο) άτομο που φοβάται εύκολα και οπισθοχωρεί, όταν βρεθεί αντιμέτωπος με δυσκολίες
Συνώνυμα
1. κλασομπανιέρα(ς)
2. κοιλαράς
3. πλαδαρός
4. χοντρομπαλάς

Και κατά το slang gr

Ο ψευτομάγκας, που μόλις του κάνεις ΜΠΟΥ!!! αυτός χέζεται. ( θα συμπλήρωνα: χέζεται σαν βόδι, κάτι σαν Βουχέσας)

Τέτοιους πολιτικούς έχουμε τους περισσότερους χωρίς να είναι σωματικά όπως περιγράφει η wiktionary.org
Back to Top